In: Νέα

Το παρελθόν είναι παρόν!

γονείς Απλά! από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο
Η Νένα Γαλανίδου και η Μαρίζα Ντεκάστρο συζητούν με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ στο Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου, στις 19:00
 

γονείς Απλά! από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο

Η Νένα Γαλανίδου συζητά με την Μαρίζα Ντεκάστρο στο περιοδικό ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ.

Η Νένα γαλανίδουείναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, η Liv Helga Dommasnes, καθηγήτρια Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Bergen στη Νορβηγία. Οι δυο τους επιμελήθηκαν τον εξαιρετικά ενδιαφέροντα τόμο με θέμα τη γνωριμία των παιδιών και των εφήβων με το παρελθόν εμπλέκοντας στην προβληματική τους και άλλες επιστήμες: τη μουσειολογία, τις επιστήμες της αγωγής, την αναπτυξιακή ψυχολογία, τις νευροεπιστήμες. Ο τόμος που επιμελήθηκε μαζί με την Liv Helga Dommasnes επανατοποθετεί τα ζητήματα που αφορούν την Αρχαιολογία και την Ιστορία  στη σχέση τους με το ευρύ κοινό, τη σημασία τους στην εκπαίδευση και στη διάπλαση των νέων καθώς και με την ιδεολογία που διαμορφώνεται, με τη συνδρομή τους, στις νεαρές ηλικίας σχετικά με ‘το εγώ, το εμείς και οι άλλοι’.

Στο εξώφυλλο, στον υπότιτλο, εμφανίζεται ένας καινούριος όρος για τους μη ειδικούς: Δημόσια Αρχαιολογία. Πώς ορίζεται η δημόσια αρχαιολογία;

 Η Δημόσια Αρχαιολογία είναι το όχημα μεταφοράς της επιστημονικής γνώσης στους πολίτες. Τα πρώτα βήματα έγιναν τον 19ο αιώνα όταν αναγνωρίστηκε πως η προστασία των μνημείων ενός τόπου διασφαλίζεται μέσα από τη θέσπιση κανόνων αλλά κυρίως μέσα από την ενημέρωση του κοινού για τη σημασία τους. Από τότε διανύσαμε πολύ δρόμο για να φτάσουμε στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα όταν συγκροτείται ένα διακριτό ακαδημαϊκό υποπεδίο. Η Αρχαιολογία δεν ήταν ποτέ ένα ήρεμο καταφύγιο απομονωμένο από τον κόσμο, αλλά ένα παράθυρο στα μεγάλα ερωτήματα που αφορούσαν και αφορούν την ανθρωπότητα. H καρδιά της Αρχαιολογίας χτυπούσε και χτυπά στο παρόν. Η ΔΑ επιφορτίζεται με τη μεταφορά του επιστημονικού και βιωματικού κεκτημένου της αρχαιολογικής επιστήμης στο κοινό.

Υποστηρίζετε ότι πρέπει να ξεκινήσει ένας διάλογος σχετικά με την παρουσίαση του αρχαιολογικού παρελθόντος στα παιδιά μέσα σε ποικίλα πλαίσια αφήγησης. Αυτό που όλοι έχουμε στο μυαλό μας είναι το μάθημα της ιστορίας στο σχολείο…Υπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι αφήγησης του παρελθόντος στα παιδιά αλλά και στο γενικό κοινό;

 Βεβαίως και υπάρχουν εναλλακτικοί και ιδιαίτερα ενδιαφέροντες τρόποι αφήγησης. Δείγματα τους θα βρει κάποιος στα κεφάλαια του βιβλίου μας. Τα κεφάλαια αυτά βέβαια δεν προορίζονται για φωτογραφική αντιγραφή. Θέλουμε να ανοίξουν παράθυρα σε νέους ορίζοντες. Να οπλίσουν μεθοδολογικά και να απελευθερώσουν δημιουργικά τη σκέψη όλων εκείνων που εμπλέκονται στην αφήγηση του παρελθόντος στα παιδιά (από γονείς και δασκάλους μέχρι μουσειοπαιδαγωγούς και αρχαιολόγους). Κι όπως για κάθε συνταγή, το αποτέλεσμά της εξαρτάται από τη μαγείρισσα, τα υλικά και τα κέφια της, έτσι και το βιβλίο μας προσφέρει επιστημονική γνώση, ιδέες και μεθόδους για να γίνει το παρελθόν όχημα για την εξοικείωση με πανάρχαιες και παναθρώπινες αξίες και για την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης. Τα κεφάλαια του βιβλίου μεταφέρουν στο αναγνωστικό κοινό τη διεθνή και ελληνική εμπειρία και σταχυολογούν θετικά και αρνητικά παραδείγματα αφηγήσεων με θέμα το παρελθόν που φέρνει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη και αποδέκτες τους έχουν τα παιδιά και τους εφήβους.  

Ποια περιεχόμενα δίνετε σ’ αυτή την αφήγηση;

 

Σε μεγάλο βαθμό τα συνοψίζουν οι «Εφτά-γνώσεις κλειδιά για την παιδεία του μέλλοντος» του γάλλου κοινωνιολόγου Εντγκάρ Μορέν. Ο Μορέν προκρίνει κατηγορίες και μεθοδολογικές αρχές που θα οπλίσουν τα παιδιά με τρόπο σκέψης ικανό να ανταποκριθεί στα δεδομένα της νέας πλανητικής εποχής. Συνδέει ομόκεντρα τις μικρότερες πατρίδες (κοινότητα, τόπο, έθνος κ.α.) και τις ιστορίες τους με τη μεγάλη πατρίδα μας τη γη και την ανθρώπινη συνθήκη. Επίκεντρο ο άνθρωπος και ο πολιτισμός του ως οργανικό μέρος πάντα ενός μεγαλύτερου συνόλου. Οι αφηγήσεις για το παρελθόν που θα συναντήσει ο αναγνώστης στο βιβλίο μας εμφορούνται από το αίτημα να συσχετιστούν οι επιμέρους ενότητες της γνώσης, να εξοικειωθούν τα παιδιά με τις έννοιες ‘πολύπλοκο και σφαιρικότητα’, να απομυθοποίησουν το αλάθητο και τη βεβαιότητα των επιστημών, να καλλιεργηθεί ο κριτικός και αυτο-κριτικός τους έλεγχος και να εμπλακούν ενεργά στην κατανόηση του ιστορικού στίγματος του εαυτού τους και του «άλλου» μέσα από τα μονοπάτια της αρχαιολογίας.  

Σε ποιο βαθμό η γνωστική ψυχολογία καθορίζει τους τρόπους πρόσληψης του παρελθόντος;

Μελέτες ψυχολόγων δείχνουν ότι η κατανόηση της έννοιας ‘παρελθόν’ χτίζεται σιγά σιγά από πολύ μικρή ηλικία μέσα από το προσωπικό και το οικογενειακό απόθεμα εμπειριών και αναμνήσεων. Οι μελέτες αυτές διαφωτίζουν τα μονοπάτια συγκρότησης και πρόσληψής της έννοιας του παρελθόντος. Δύο πολύ ενδιαφέροντα κεφάλαια πραγματεύονται τους κώδικες αναπαράστασής του με κείμενο ή εικόνα καθώς και την έννοια του αυθεντικού. Η σχετική ενότητα του βιβλίου «Τα μονοπάτια της μάθησης: Γνωστική και ψυχολογική θεώρηση» αποτυπώνει τις γνώσεις στον τομέα αυτό από επιστημονικά πεδία με τα οποία η αρχαιολογία μέχρι τώρα είχε μάλλον τυπική και απόμακρη σχέση. Κι εδώ κρίνεται η πρωτοτυπία του εγχειρήματός μας, στο ότι ανοίξαμε τον κύκλο των συνομιλητών μας στις νευροεπιστήμες και τη ψυχολογία και τους ζητήσαμε να μας καταθέσουν το καταστάλαγμα γνώσης του γνωστικού τους αντικειμένου.    

Μπορεί να ανατραπεί η έννοια της ‘κανονιστικής ιστορίας’ με τη βοήθεια της αρχαιολογίας; Δεν υπάρχει περίπτωση να δημιουργηθεί σύγκρουση, άλλα να λέει το σχολείο και άλλα να ακούμε στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα;

 Η Αρχαιολογία δεν είναι μια βοηθητική επιστήμη της Ιστορίας, αλλά είναι η ματιά της Ιστορίας μέσα από τον υλικό πολιτισμό που άφησαν πίσω τους οι κοινωνίες του παρελθόντος. Έχει το πλεονέκτημα να δουλεύει με πράγματα απτά και ορατά που μπορεί ο καθένας να δει, να αγγίξει, να απολαύσει, να συμπαθήσει ή να αντιπαθήσει. Τα αντικείμενα που φέρνει στο φως είναι οι μάρτυρες της Ιστορίας και μπορούν να μπολιάσουν το μάθημα της ιστορίας με τέτοια υλικά που θα το κάνουν ελκυστικό και ζωντανό. Ειδικά για την ιστορία των κοινωνιών πριν τη γραφή, την Προϊστορία, τα αρχαιολογικά κατάλοιπα είναι η αποκλειστική (ή σχεδόν αποκλειστική) πηγή προσπέλασής της και διατύπωσης και του κανόνα και των αμφισβητήσεων του. Σε κάθε περίπτωση βαρύνουσα σημασία έχει η πρόθεση και το περιεχόμενο της ιστορικής αφήγησης.

Κι όσο για τη σύγκρουση ή τη σύγχυση που ενδεχομένως να προκαλούν διαφορετικές εξιστορήσεις ακόμα και του ίδιου γεγονότος, θα έλεγα ότι αυτό είναι κέρδος για το παιδικό ακροατήριο γιατί ακριβώς θα εισαγάγει τα παιδιά στην αμφισβήτηση του κανόνα. Συχνά οι αφηγήσεις των σχολικών εγχειριδίων και η εικονογράφησή τους υπολείπονται της τρέχουσας αρχαιολογικής γνώσης, που διαρκώς αλλάζει και ανανεώνεται.

Και κάτι ακόμα… Ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά προς την σχολική ύλη. Μπορεί να συμπληρώσει κενά, σε θέματα τοπικής ιστορίας για παράδειγμα, ή σε θεματικές ενότητες που είναι καταδικασμένες στις εσχατιές ενός σχολικού βιβλίου ή μένουν εκτός ύλης,  όπως η Θεωρία της Εξέλιξης στο μάθημα της βιολογίας. Τι καλύτερο από ένα πρόγραμμα σε ένα αρχαιολογικό μουσείο με παλαιολιθικές αρχαιότητες ή σε ένα  Μουσείο Φυσικής Ιστορίας από το να παντρέψει μαζί το Δαρβίνο με τα κατάλοιπα του ανθρώπου του Νεάντερνταλ και να προσφέρει κοινό μάθημα ιστορίας και βιολογίας; Μεγάλο εκπαιδευτικό ζητούμενο είναι η σύνδεση και συσχέτιση των επιμέρους γνωστικών αντικειμένων κι όχι η απομόνωσή τους.     

Υπάρχουν ιδεολογικές αγκυλώσεις. Ποιες κατά τη γνώμη σας; Ποιος είναι ο ρόλος των εκπαιδευτικών σ’ αυτή την πορεία της αλλαγής; 

Πολλές. Ιδιαίτερα όταν οι αρχαιολογικές μαρτυρίες χρησιμοποιούνται σκόπιμα ή μη όχι ως εργαλείο μαθησιακό κι επιστημονικό αλλά ως πρόταγμα ιδεολογικό. Για να σας φέρω ένα παράδειγμα: όσο επικίνδυνο είναι από τις «αρχαιολογικές – στρατευμένες αφηγήσεις» να προκληθεί έξαρση εθνικιστική άλλο τόσο είναι προβληματική η απονεύρωση ή και η ύπνωση ακόμα του εθνικού φρονήματος.

 Στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας απαντώ ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ρουτίνα στη διδασκαλία, η τυποποίησή της, η ασφυκτική πρόσδεσή της σε ένα βιβλίο και προκαθορισμένη ύλη που είναι κοινή και για τους μαθητές της Κρήτης και για εκείνους της Θράκης αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια για μια πιο δημιουργική διδασκαλία ή απόκλιση από την ύλη. Ο καλός δάσκαλος, η καλή δασκάλα, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, είναι φυσικά το παν. Πρώτα ξεκλειδώνουν την αγάπη των μαθητών και των φοιτητών τους για την Ιστορία και σιγά σιγά τους ταξιδεύουν στα μονοπάτια της, στη μέθοδό της, στις αφηγήσεις της. Αλλά ακόμα κι εγώ που πάλλομαι από την Αρχαιολογία, έπληξα αφόρητα όταν διάβαζα την κόρη μου στα πρώτα κεφάλαια της ιστορίας του αρχαίου κόσμου της Δ’ Δημοτικού. Θα έμεναν πολλά περισσότερα πράγματα στα παιδιά της τάξης της, αν τις ώρες που μίλαγε η δασκάλα πήγαιναν εκδρομή σε κάποιο αρχαιολογικό χώρο. Τα παιδιά θα εξοικειώνονταν με τα μνημεία, θα τα έφεραν μέσα τους με θετικές μνήμες και θα βάδιζαν τα μονοπάτια της ιστορίας μέσα από χαρούμενη βιωματική μάθηση. 

Πώς συμμετέχουν οι γονείς ως φορείς γνώσεων ;

Μήπως τελικά “η επιμόρφωση” περί την αρχαιολογία είναι ένα ανοιχτό πεδίο που απευθύνεται σε πολλά ηλικιακά κοινά; 

Σύνθετο θέμα και η απάντησή του διαφέρει ανάλογα με την ταξική προέλευση και το μορφωτικό επίπεδο της οικογένειας. Το προσεγγίζουν από διαφορετική οπτική γωνία τρία κεφάλαια του βιβλίου μας. Η αίσθηση του ιστορικού χρόνου δομείται σταδιακά, αρχικά μέσα στη μήτρα της οικογένειας ξεκινώντας από το προσωπικό και το οικογενειακό παρελθόν, κι έπειτα είναι δυνατή η πρόσληψη της Ιστορίας ως ενός δυναμικού εγχειρήματος που περιλαμβάνει άτομα εκτός της οικογένειας.

Η μετάδοση της γνώσης μπορεί να είναι αμφίδρομη και από τα παιδιά προς τους γονείς. Στη 12χρονη Ανταία που ήρθε από την Αλβανία αρέσει να μιλάει στη μαμά της, που μιλά σπαστά ελληνικά, για την Ενετοκρατία στην Κρήτη και μάλιστα τις Κυριακές όταν εκείνη δεν πάει στη δουλειά πάνε περίπατο μαζί στα Ενετικά τείχη του Ηρακλείου και τις δείχνει άγνωστες γωνιές που μόνο οι ‘μυημένοι’ μπορούν να δουν και να απολαύσουν. Τα αρχαιολογικά κοιτάσματα, με τη διττή ιδιότητά τους να έρχονται τόσο μακρινές εποχές αλλά ταυτόχρονα να έχουν υλική υπόσταση, συγκινούν το ευρύ κοινό ανεξαρτήτως ηλικίας, καταγωγής ή εθνικότητας και λειτουργούν συνεκτικά.  

Πηγαίνω σε μια έκθεση, συμμετέχω σ’ ένα πρόγραμμα. Παίρνω γνώσεις ή εμπλέκομαι συναισθηματικά; Τι μας ενδιαφέρει περισσότερο; Πώς επιτυγχάνεται η συναισθηματική εμπλοκή; 

Αν η γνώση δεν αποκτηθεί μέσα από μια συναισθηματική εμπλοκή, δεν θα αφομιωθεί και σύντομα θα ξεχαστεί. Και η συναισθηματική εμπλοκή θα έρθει αβίαστα μέσα από τη θετική εμπειρία που θα αποκομίσω και τη θετική σκέψη που θα τη συνοδεύει μετά. Πιστεύω στη δύναμη των μνημείων και του υλικού πολιτισμού, πιστεύω στη δύναμη των μουσείων και των αρχαιολογικών χώρων. Ειδικά σε συνθήκες οικονομικής κρίσης οι χώροι αυτοί αποτελούν οάσεις πολιτισμού και αναψυχής σε αστικά κέντρα ή σε επαρχιακές πόλεις χωρίς καμμία έκπτωση στην ποιότητα. Και όταν μάλιστα προσφέρονται ως δημόσιο αγαθό, αυτό πολλαπλασιάζει την ωστική τους δύναμη.   

Ποιο παρελθόν θέλουμε να μάθουν τα παιδιά;

Τι γίνεται με τους εφήβους; Πώς μπορούν να κερδηθούν εφόσον έχει κατά κάποιο τρόπο παγιωθεί η ιδέα τους για την ιστορία και την αρχαιολογία;

Στούς εφήβους θέλουμε να δώσουμε ρίζες και φτερά. Ρίζες για να έχουν σταθερές αναφοράς και φτερά για να κάνουν τις δικές τους πτήσεις στη ζωή και τη γνώση. Στην σημερινή πλανητική εποχή η Ιστορία και η Αρχαιολογία μπορεί να προσφέρουν συνεκτικό υλικό και τροφή στη σκέψη των εφήβων ώστε να συνδεθούν σε ομόκεντρους κύκλους οι πολλές τους πατρίδες: η οικογένεια, ο τόπος, η χώρα, η Ευρώπη, η γη. 

Πώς η αρχαιολογία βοηθά στο σχηματισμό της ταυτότητας και ποια ταυτότητα επιδιώκουμε να σχηματίσει το κοινό και ιδιαίτερα τα παιδιά;

‘Οταν επίμονα διαβαίνεις τα μονοπάτια της νηφαλιότητας και της αλήθειας, εκεί συναντάς κι εσύ και οι ακροατές σου τις καλύτερες ιστορικές-αρχαιολογικές αφηγήσεις και τους βοηθάς με τον ωραιότερο τρόπο να αυτοπροσδιορίσουν την ταυτότητά τους.

Πώς κρίνετε την ελληνική εμπειρία της διοργάνωσης αρχαιολογικών προγραμμάτων για τα παιδιά;

Στον τομέα αυτό ο επιστημονικός λόγος που παράγεται στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται απο πρωτοτυπία και δυναμισμό αποτελώντας υλικό πρώτης τάξης στις σύγχρονες επεξεργασίες πάνω στο αντικείμενο του σχεδιασμού και υλοποίησης αρχαιολογικών προγραμμάτων εκπαίδευσης. Και ίσως το πιο θετικό σημάδι είναι ότι αναγνωρίζεται πλέον ότι στην ανθρωπογεωγραφία των μουσείων (θα πρότεινα και των εφορειών αρχαιοτήτων) πλάι στις παραδοσιακές ειδικότητες, τους αρχαιολόγους, τους συντηρητές, τους φύλακες, είναι πλέον απαραίτητοι και ειδικοί σε θέματα εκπαίδευσης.

 

Τι συστήνετε στους εκπαιδευτικούς που επιθυμούν να οργανώσουν το δικό τους πρόγραμμα;

Να μην ακολουθήσουν την πεπατημένη. Να βάλουν την ψυχή τους. Να αποφύγουν τη καλλιέργεια του συνδρόμου του μικρού εγκυκλοπαιδιστή. Να έχουν ως προορισμό την καλλιέργεια κριτικής σκέψης. Να μιλήσουν στα παιδιά  με ειλικρίνεια για τις βεβαιότητές αλλά και τις αβεβαιότητές τους.  

Η ιστορία και η αρχαιολογία είναι από τα πολύ αγαπημένα θέματα των ελλήνων συγγραφέων νεανικών βιβλίων. Στο άρθρο σας σχολιάζετε τη δουλειά των εικονογράφων και εξετάζετε αναλυτικά την απεικόνιση της εξέλιξης του ανθρώπου στα βιβλία γνώσεων για μικρά παιδιά. Τι θα προτείνατε στους συγγραφείς, ιδιαίτερα σ’ εκείνους που γράφουν για μεγαλύτερα παιδιά και όπου δεν υπάρχει εικονογράφηση; 

Η επιστημονική εκλαϊκευση, με κείμενο και εικόνα, αποτελεί αντικείμενο ενός ευρύτερου προβληματισμού και δεν αφορά μόνο την αρχαιολογία αλλά και άλλες επιστήμες. Η μελέτη μας καταγράφει την ανακολουθία ανάμεσα στα όσα σήμερα πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε για την καταγωγή κι εξέλιξη του ανθρώπου και στα όσα αφηγούνται στα παιδιά τα βιβλία γνώσεων. Το πρόβλημα που εντοπίζει είναι ότι η πλειονότητα των εικονογράφων χρησιμοποιεί ένα περιορισμένο εύρος εκονογραφικών θεμάτων τα οποία ανάγουν τις ερμηνείες για το παρελθόν σε λιγοστούς στερεοτυπικούς συνειρμούς. Το φαινόμενο αυτό συνδέεται με τον περιορισμένο αριθμό πηγών που χρησιμοποιούν οι εικονογράφοι αλλά και με τον τρόπο με τον οποίο χειρίζονται μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι το θέμα της εικονογράφησης. Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις (που συνήθως προέρχονται από μικρούς εκδοτικούς οίκους διαμάντια) και για το λόγο αυτό θα πρότεινα να θυμούνται όλοι πριν αγοράσουν ένα παιδικό βιβλίο γνώσεων ότι η ταξινόμησή του σε ένα ράφι με βιβλία γνώσεων ή πώλησή του από το πωλητήριο ενός μουσείου δεν αποτελεί εγγύηση για την ποιότητα ή την αξιοπιστία του.

Η μεγάλη μου κόρη είναι έφηβη και λειτουργεί με έναν αυτοματισμό: απορρίπτει όποιο βιβλίο έχει εικόνα εκτός από τα κόμικς. Στην ηλικιακή αυτή ομάδα το βάρος πέφτει στην ποιότητα του κειμένου, και για αυτό δεν υπάρχει συνταγή. Αν δεν επισκεφτεί τη συγγραφέα η Μούσα της… καλύτερα να μη γράψει. 

Τι σκέφτεστε για την εικονογράφηση των σχολικών βιβλίων. Βοηθά τους μαθητές στην πρόσληψη του παρελθόντος;

Τα σχολικά βιβλία βρίθουν από εικόνες με χαμηλή ποιότητα αναπαραγωγής οι οποίες δεν έχουν πάντα οργανική σχέση με το κείμενο. Προσωπικά, θα προτιμούσα λιγότερες αλλά υψηλής ευκρίνειας εικόνες ενταγμένες οργανικά στην ύλη του μαθήματος της ιστορίας που λειτουργούν όχι ως αφηρημένη εικονογράφηση αλλά ως έναυσμα για εναλλακτικές προσεγγίσεις του μαθήματος της ιστορίας.    

Βιβλία που απηχούν το πνεύμα των απόψεων της Νένας Γαλανίδου, στο άρθρο του Αναγνώστη Μ’ ένα βιβλίο στο μουσείο.  

 

Παρουσίαση του βιβλίου την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου στις 19.00 στο Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, Ερμού 134-136. Μιλούν: Μαίρη Αδαμοπούλου, Ανδρομάχη Γκαζή, Στάθης Γκότσης, Βασίλης Λαμπρινουδάκης, Χρήστος Μπουλώτης και η Νένα Γαλανίδου.

Το Σάββατο 15 Φεβρουαρίουθα πραγματοποιηθούν στον ίδιο χώρο τρία εργαστήρια για παιδιά του δημοτικού. Θέματα: Κυκλαδικός πολιτισμός (υπέυθυνη Μαρίνα Πλατή), Λαϊκή μουσική παράδοση (υπέυθυνη Νάνση Τουμπακάρη), Ιστορία του βιβλίου (υπέυθυνη Δέσποινα Μπογδάνη-Σουγιούλ). Δηλώσεις συμμετοχής info@kaleidoskope.gr

 

INFO:

Μιλώντας στα παιδιά για το παρελθόν, μια διεπιστημονική προσέγγιση

Επιμέλεια: Νένα Γαλανίδου- Liv Helga Dommasnes

Δημόσια Αρχαιολογία 1

Εκδ. Καλειδοσκόπιο, 2013