LiveMediaNews / Συνέντευξη Μαριάννας Μίσιου / Γιώργος Κιούσης / 19 Νοεμβρίου 2020

Μ. Μίσιου: "Ο αναγνώστης γίνεται ντετέκτιβ και στρατηγός"

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον ΓΙΩΡΓΟ ΚΙΟΥΣΗ

Στην καρδιά των σχεδιαστικών λογοτεχνιών βρίσκονται τα βιβλία που αναπτύσσουν την αφήγησή τους αποκλειστικά με εικόνες. Αποτελούν την απόλυτη οπτική αφήγηση, καθώς ελευθερώνονται από οποιαδήποτε συνδιαλλαγή με τις λέξεις. Τέτοια βιβλία χωρίς λέξεις κυκλοφορούν κυρίως ως κόμικς, graphic novels και εικονοβιβλία, ενώ η μεταξύ τους απόσταση είναι μικρότερη από ό,τι πιστεύεται. Ποια μορφή παίρνει ο διάλογος μεταξύ των δημιουργών και των αναγνωστών βουβών βιβλίων και ποιες απαιτήσεις εγείρονται για την κατασκευή και την πρόσληψή τους; Πώς συμβάλλουν στη νοηματοδοσία τα δομικά στοιχεία της εικόνας; Πώς αποτυπώνονται ρευστές έννοιες όπως ο χρόνος, το συναίσθημα, η ατμόσφαιρα όταν λείπουν οι λέξεις;


Μιλάμε με την Μαριάννα Μίσιου, σχετικά με το νέο της βιβλίο με τίτλο, «Βουβά κόμικς και εικονοβιβλία Τεχνικές αφήγησης στα βιβλία χωρίς λέξεις, εκδόσεις Καλειδοσκόπιο. Η Μαριάννα Μίσιου διδάσκει στο Τμήμα Επιστημών της Προσχολικής Αγωγής και του Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού του Πανεπιστημίου Αιγαίου, στη Ρόδο.
#livemedianews

-Αφήγηση χωρίς λέξεις γίνεται;

Τις τελευταίες δεκαετίες, έχει εκφραστεί η άποψη ότι ο όρος «αφήγηση» δε σχετίζεται αποκλειστικά με τη λογοτεχνία και με την προφορική ή γραπτή γλώσσα. Αφήγηση μπορούμε να έχουμε και σε άλλες τέχνες, όπως, για παράδειγμα, στον κινηματογράφο, στη μουσική, στο χορό, σ' ένα έργο ζωγραφικής ή γλυπτικής (π.χ. τα γλυπτά της ζωφόρου του Παρθενώνα συνιστούν μια «αφήγηση»). Τα βουβά βιβλία αποτελούνται από ακολουθίες εικόνων, άρα απαιτούν διαδοχική ανάγνωση. Υπάρχει έκθεση μιας σειράς συμβάντων, διαδοχή γεγονότων, ένα πριν και ένα μετά, καθώς και μια σχέση μεταξύ αιτίου και αιτιατού. Όλα αυτά τα στοιχεία, δηλαδή, που συνιστούν ένα αφήγημα.

-Τι είναι τα βουβά βιβλία;

Τα βουβά βιβλία ανήκουν στα κείμενα αφηγηματικής έκφρασης. Είναι κόμικς graphic novels και εικονοβιβλία που λένε μια ιστορία με εικόνες σε αλληλουχία, χωρίς καθόλου ή με ελάχιστες λέξεις. Οι εικόνες είναι το αποκλειστικό όχημα του νοήματος. Είναι οπτικά κείμενα, που συχνά αντιστέκονται στην ερμηνεία, και δεν παραδίνουν το νόημά τους με τη πρώτη. Όπως κάθε λογοτεχνικό έργο, επικεντρώνονται σε μυθοπλαστικές καταστάσεις και μυθοπλαστικά πρόσωπα, ενώ δίνουν έμφαση στην ψυχαγωγία του αναγνώστη, με την αρχική έννοια της λέξης «ψυχαγωγία» ως αγωγή της ψυχής. Και ενώ σε άλλες χώρες της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών παρατηρείται μια εκδοτική έκρηξη, στην Ελλάδα, μόλις το 2019, εκδόθηκε το πρώτο βουβό βιβλίο από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, με τίτλο «Η φάλαινα, το παιδί και η θάλασσα ανάμεσά τους» της Πέρσας Ζαχαριά.

-Πώς ασχοληθήκατε με αυτά;

Από μικρό παιδί διαβάζω σταθερά κόμικς. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια των σπουδών μου, κατάφερα να τα δω και μέσα από ένα επιστημονικό και ερευνητικό πρίσμα. Παράλληλα, παρακολουθώντας σε ακαδημαϊκό και προσωπικό επίπεδο τον εκδοτικό χώρο του εικονογραφημένου βιβλίου και των κόμικς, πρόσεξα ότι όλο και περισσότεροι ήταν οι καλλιτέχνες της εικόνας που απομακρύνονται από τις λέξεις και επιλέγουν να εκφραστούν με εικόνες. Ανακάλυψα έτσι έναν χώρο που δεν σταματά να με εκπλήσσει με την έξυπνη, ανατρεπτική και παιγνιώδη χρήση της υλικότητας και των εικαστικών στοιχείων των βιβλίων, καθώς και με τα θέματά τους, άλλοτε αστεία, άλλοτε ευαίσθητα, φιλοσοφικά, και συχνά προβοκατόρικα.

-Πώς αποκωδικοποιεί ο θεατής-αναγνώστης την εικόνα;

Είναι αυτονόητο ότι η ανάγνωση ενός βουβού βιβλίου είναι διαφορετική από αυτήν του βιβλίου με λέξεις. Στη διαδικασία αποκωδικοποίησης της εικόνας, ο αναγνώστης αναζητά οπτικές ενδείξεις για να ανακατασκευάσει τη λογική της, να κάνει υποθέσεις ανάγνωσης, να συνάγει συμπεράσματα, να ρισκάρει, και εν τέλει να ερμηνεύσει την ιστορία. Αυτό προϋποθέτει ένα συνεχές πηγαινέλα στις σελίδες του βιβλίου. Σε τέτοια έργα κάθε λεπτομέρεια μετράει. Ο αναγνώστης καλείται όχι μόνο να κατανοήσει το νόημα κάθε εικόνας αλλά και να χτίσει συνδέσεις ανάμεσά τους, καθώς δεν υπάρχει λεκτικό κείμενο να καλύψει το κενό που δημιουργείται. Όταν λοιπόν ο αναγνώστης διαβάζει ένα βουβό βιβλίο, κάνει ακριβώς ό,τι κάνει και όταν διαβάζει ένα βιβλίο με λέξεις. Διαβάζει τη σύνταξη της εικόνας, αναγνωρίζει τα σύμβολα που την συνθέτουν (γραμμές, σχήματα, χρώματα, φορά, πλαίσια, πλάνα, κ.α.). Κατανοεί τη σημασία και αποκτά γνώση του περιεχομένου της.

-Βοηθούν παιδαγωγικά όσο και τα άλλα εικονοβιβλία;

Και παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά. Καθώς ζούμε στην εποχή της ταχύτατης εναλλαγής (αμάσητων συχνά) εικόνων, τα βουβά βιβλία λειτουργούν σαν αντίστιξη, σε "αναγκάζουν" να μειώσεις ταχύτητα, να σκεφτείς, ν’ αλληλεπιδράσεις. Είναι προφανές ότι αναπτύσσεται ο οπτικός εγγραμματισμός, απαραίτητο ζητούμενο των καιρών μας, και ότι προσφέρουν ευκαιρίες παραγωγής προφορικού και γραπτού λόγου. Κυρίως όμως συντελούν στο να διδαχθούν οι μαθητές με διαφορετικό τρόπο πώς μπορούν να μεταβούν από την περιγραφή, στην κατανόηση και την ερμηνεία, η οποία, χωρίς να είναι αυθαίρετη, μπορεί να είναι και υποκειμενική. Τα βουβά βιβλία μοιάζουν με την ανάγνωση της ποίησης: δεν υπάρχει ορθή ερμηνεία, δεν υπάρχει σωστό ή λάθος. Οι μαθητές μπορούν να ανακαλύψουν και να εξασκήσουν τις δεξιότητές τους τόσο ως αναγνώστες όσο και ως ερμηνευτές/δημιουργοί. Συνεπώς, στη σχολική τάξη δυνητικά μπορούν να ακουστούν όλες οι φωνές, γεγονός που τονίζει την αυτοπεποίθησή τους. Οι μαθητές μαθαίνουν επίσης να συλλογίζονται αλλιώτικα, να εξασκούνται στην παρατήρηση, να εστιάζουν στη λεπτομέρεια. Στα πολύ μικρά παιδιά επιτρέπουν να κρατήσουν μόνα τους τα βιβλία στα χέρια τους, να τα κοιτάξουν, να παίξουν, να επιλέξουν την αναγνωστική τους στρατηγική (από ποια εικόνα θα ξεκινήσω; Με ποια σειρά;) και εν τέλει να κάνουν τα πρώτα τους αυτόνομα αναγνωστικά βήματα. Τέλος, έχει αποδειχθεί ο σημαντικός ρόλος της αυτενέργειας του μαθητή στην εκπαιδευτική διαδικασία και ο ενεργός του ρόλος στο να μπορεί να επιλέγει τον τρόπο έκφρασης που του ταιριάζει (οπτικό, λεκτικό κλπ.) σε μια συγκεκριμένη επικοινωνιακή περίσταση. Στην κατεύθυνση αυτή, η ανάγνωση των βουβών βιβλίων δείχνει τους μαθητές τον τρόπο να κινούνται με άνεση όχι μόνο στον κόσμο των λέξεων αλλά και σ’αυτόν των εικόνων.

-Φαντάζομαι πως η ανάγνωση των βιβλίων χωρίς λέξεις μοιάζει με παιχνίδι κρυμμένου θησαυρού...

Το βουβό βιβλίο παίζει ένα παιχνίδι με τον αναγνώστη που συνδυάζει σκέψη, μυστήριο, σασπένς και τη χαρά της ανακάλυψης. Στο παιχνίδι ο αναγνώστης ενσαρκώνει διάφορους ρόλους. Γίνεται οιονεί ντετέκτιβ για να συγκεντρώσει στοιχεία και να συμπληρώσει τα κενά του οπτικού κειμένου, οιονεί στρατηγός για να προετοιμάσει τη στρατηγική του και να αποφύγει τις παγίδες που θέτει ο δημιουργός, οιονεί αρχαιολόγος που «σκάβει» με το βλέμμα του στα ποικίλα στρώματα των εικόνων να βρει τα πολιτισμικά κοιτάσματα και τις σημασίες τους και οιονεί υφαντής για να πλέξει τις συνδέσεις μεταξύ των εικόνων.

-Συμβάλλει στην καλλιέργεια της επινόησης, της παρατηρητικότητας, της ευχαρίστησης, της ενσυναίσθησης κ.α....

Κάνει ακριβώς ό,τι κάνει και κάθε καλό βιβλίο. Πρόκειται για ιστορίες χωρίς γραπτό κείμενο αλλά με φαντασία, δημιουργία, ρυθμό, ποίηση και συναίσθημα. Το βουβό βιβλίο, διφορούμενο και πολυσημικό, με κενά και παγίδες δημιουργεί έναν χώρο μιας «προγραμματισμένης δυσκολίας κατανόησης», για να χρησιμοποιήσω μια φράση του Wolfang Iser. Προκαλεί την ενεργητικότητα και τη συνεργασία του αναγνώστη, παιδιού ή ενήλικου, με αποτέλεσμα το βιβλίο να λειτουργεί και να περαιώνει τη δημιουργία του.

-Πώς αποτυπώνονται ρευστές έννοιες όπως ο χρόνος, το συναίσθημα, η ατμόσφαιρα;

Οι καλλιτέχνες της εικόνας έχουν τους δικούς τους τρόπους για να αποδώσουν αυτό που θέλουν να δείξουν. Όπως ένας συγγραφέας επιλέγει τις λέξεις του, έτσι εκείνοι επιλέγουν χρώματα, γραμμές, σχήματα, σύμβολα, εικονίδια, και άλλα στοιχεία που συνθέτουν ένα σχέδιο. Για να αναφερθώ σε γνώριμες τεχνικές, ο χρόνος αποτυπώνεται με τη χρήση φυσικών φαινομένων όπως είναι ο ήλιος, το φεγγάρι κλπ., το συναίσθημα με την κινησιολογία, τις εκφράσεις του προσώπου και τη στάση του σώματος, και η διάθεση/ατμόσφαιρα της ιστορίας με τα χρώματα. Όλα μπορούν να ειπωθούν με εικόνες. Και αν δεν λέγονται, δεν είναι αστοχία του δημιουργού, αλλά πρόθεσή του.

-Για ποιες τάξεις ενδείκνυνται;

Τα βουβά βιβλία είναι προσβάσιμα από όλους, ανεξάρτητα από την αναγνωστική ικανότητα. Στη σχολική τάξη, μπορούν να μπουν από το νηπιαγωγείο και να παραμείνουν στο προσκήνιο κάθε εκπαιδευτικής βαθμίδας. Εξάλλου είναι δι-ηλικιακά, cross-over βιβλία που διαβάζονται από ανήλικο και ενήλικο κοινό.

-Πώς τα υποδέχονται οι φοιτητές σας στο Πανεπιστήμιο;

Έρχονται στο μάθημα με την κυρίαρχη άποψη ότι το βιβλίο με ακολουθητικές εικόνες είναι κάτι εύκολο που απευθύνεται στα παιδιά. Ανοίγοντάς το, νιώθουν αμηχανία που αποτυπώνεται στην ερώτηση: «τι να διαβάσω αφού δεν υπάρχουν λέξεις;» Γρήγορα διαπιστώνουν ότι η ανάγνωση των εικόνων δεν είναι τόσο προφανής όσο φαίνεται και ότι έχει τις δυσκολίες της, που σχετίζονται κυρίως με τον οπτικό αν-αλφαβητισμό. Οι φοιτητές θεωρούν πρόκληση να εξάγουν νοήματα διαβάζοντας μόνο εικόνες, επιστρέφοντας στο οπτικό κείμενο για να αιτιολογήσουν τις επιλογές τους. Απολαμβάνουν μια ερμηνευτική ελευθερία αφού δεν περιορίζονται σε ένα και μοναδικό νόημα. Εν ολίγοις, η αρχική τους αντίληψη για τα βουβά βιβλία ανατρέπεται ενώ παράλληλα τους ανοίγεται ένα πεδίο για απόλαυση, πειραματισμό αλλά και περαιτέρω έρευνα.

Πηγή:

facebook.livemedianews.gr/mariannamisiou