Ζωγράφισέ μου ένα σπίτι

Γράφει ο Απόστολος Πάππος  

                                                                                                          

   "Δε ξέρω να ζωγραφίζω σπίτια". Η δήλωση είναι σαφής. Κάθε φορά που η μικρή προ(σ)καλείται να ζωγραφίσει ένα σπίτι, δηλώνει την ξεκάθαρη αδυναμία της να το κάνει. Για δες όμως μπορεί να ζωγραφίσει ένα σωρό άλλα πράγματα. Ένα δέντρο. Κι ένα δάσος. Κι ένα πουλί χρωματιστό. Κι ένα μπλε ποτέμι. Βαθύ. Κι ένα βουνό. Κι έναν ήλιο. Κι ύστερα μια καμινάδα και μια φωτιά κι έναν χαρταετό. Κι αργότερα ένα κρεβάτι, μια πόρτα, ένα τραπέζι.

   Ακόμα μπορεί να ζωγραφίσει λόγια χρωματιστά. Και δυο κόκκινες ομπρέλες. Και έναν δρόμο. Κι ένα υπέροχο γλυκό. Μα τόσα πολλά πράγματα ζωγραφίζει. Κι έτσι, σιγά σιγά, γραμμή τη γραμμή, χρώμα το χρώμα, ο, ναι... καταφέρνει να φτιάξει ένα σπίτι. Ένα πραγματικό σπίτι. Πρώτη φορά.

   Θύελλα έρχεται, μπόρα δυνατή ξεσπά. Φύλλο και φτερό όλα στο σπίτι το ζωγραφιστό. Κι οι ομπρέλες κι η φωτιά και το δρομάκι. Μήπως να το πάμε απ' την αρχή;

 

 

 

   Απρόσμενα, στην αυλαία του 2016, ένα πρωτότυπο, ελληνικό picture book για το οποίο να γράψω τη λέξη "μαγικό". Το έδωσε η Χριστίνα Φραγκεσκάκη. Ένα παιχνίδι με τις αδυναμίες και τα δε μπορώ μας. Ένα παιχνίδι με το "στην ουσία μπορείς, νομίζεις ότι δε μπορείς". Με τα μικρά, τα περιφερειακά, τα κατακερματισμένα, που σταδιακά χτίζουν γύρω μας το όλον. Που σημαίνει... τι είναι τελικά ένα σπίτι; Είναι εκείνο το κλασικό μονοδιάστατο τετράγωνο με το τρίγωνο για σκεπή που φτιάχνουν όλα τα παιδιά; Με το ένα ή δυο παραθυράκια και την πόρτα; Με την καμινάδα που καπνίζει; Όχι, δεν το παρεξηγώ. Σχεδόν όλα τα παιδιά, λίγο πάνω, λίγο κάτω, σ' αυτό το ζωγραφιστό σπίτι θητεύσαμε.

   Όμως το σπίτι, να, είναι όλα αυτά που κάνουν 4 τοίχους, μπόλικο μπετόν και ένα ταβάνι να γίνεται... σπίτι. Είναι το χρώμα και τα πουλιά απέξω του. Είναι ένα τραπέζι να φας, ένα κρεβάτι να κοιμηθείς, λίγη φωτιά να ζεσταθείς ή κοντά της να καθίσεις, είναι οι ήχοι που έρχονται από το μέρος που στέκεται, είναι ο δρόμος που περπατάς σαν φεύγεις και -κυρίως- γυρίζεις ξανά σ' αυτό.

   Είναι τα παιδικά μας χρόνια που πολλά δε μπορούμε κι ίσως όλα τα μπορούμε. Είναι τότε που τα καταστρέφουμε ή μας τα καταστρέφουν και πάμε πάλι από την αρχή. Γιατί έχουμε αντοχές, γιατί θέλουμε. Γιατί τελικά μπορούμε. Είναι αυτό το στέρεο καταφύγιο της παιδικότητας στο οποίο γυρνώντας βλέπουμε πόσο εύκολα μπορείς να ξαναφτιάξεις τον κόσμο από την αρχή. Τον δικό μας τουλάχιστον.

   Ήρθε μια βροχή, μια μπόρα. Ίσως κι ένας πόλεμος κάποτε. Μας χάλασε το σπίτι, μας ξεσπίτωσε. Όμως είμαι παιδί. Και τον κόσμο από την αρχή θα ξαναφτιάξω. Γιατί το παιχνίδι δε σταματά ποτέ.

 Η Μάρια Μπαχά εικονοποιεί υπέροχα το παιχνιδιστό ποίημα της Χριστίνας Φραγκεσκάκη. Με πολύ χρώμα. Με αφαιρετικότητα στις λεπτομέρειες και ρεαλισμό στα μεγάλα σύνολα. Με λογική που θυμίζει τον τρόπο που τα χέρια ενός παιδιού δημοτικού παράγει τα σχήματα, τα χρώματα, τις μορφές, τις γραμμές, τη διάταξη στο χώρο.

   Ένα ελκυστικό αποτέλεσμα στο σύνολό του. Μου θύμισε με έναν τρόπο την Λία από την "Τελεία" του Πίτερ Ρέινολντς. Εκεί η δασκάλα ήταν ξεκάθαρη μορφή, αναδείκνυε το πραγματικό ταλέντο της μικρής μαθήτριά της. Στο "Ζωγράφισέ μου ένα σπίτι", δασκάλα μπορεί να γίνει κάθε μαμά (μπαμπάς, δάσκαλος, δασκάλα) και να θέσει σε λειτουργία αυτό το χρωματιστό παιχνίδι.

  Ζωγραφίζοντας αντικείμενα σε χαρτί, τα κόβουμε και τα τοποθετούμε σε μια μεγαλύτερη επιφάνεια. Δημιουργούμε ένα σύνολο (ένα σπίτι). Μα ήρθε μπόρα, αρχίζουμε να φυσάμε, με τα χείλη μας μόνο ή μέσα από καλαμάκια, και τα αντικείμενά μας μετακινούνται, διαλύονται, φεύγουν από το κάδρο μας.

Ο, ναι, θα παίξουμε!

Ο, μα τι υπέροχο!

Χριστίνα Φραγκεσκάκη. Μάρια Μπαχά. Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο. Αρκεί να θέλεις να παίξεις κι όχι να δεις ξερακιανά μηνύματα να κάθονται έτοιμα στο κεφάλι ενός παιδιού.

πηγή: www.elniplex.com